Top Bg Element
Top Sm Bg Element

Θραψανιώτικο γλωσσάρι

There are 20 entries in this glossary.
Search for glossary terms (regular expression allowed)
Term Main definition
ναίσκες
ναί
νέκαρα

αντοχή, δύναμη, όρεξη, λέμε:με τα νέκαρά σου

νομπέτι
σειρά
νταβραντισμένος
δυνατός
νταγιαντίζω
αντέχω
νταερές
ο νοητός χώρος που δημιουργείται απο την προβολή ενος δένδρου ή φυτού στο έδαφος
ντακέρνω
αρχίζω
ντάμπανος
αυτό που έχει στεγνώσει πολύ
ντελής

το παιδικό παιχνίδι "ξυλίκι"

ντελικανής
έφηβος
ντελόγο
αμέσως
ντέμπλα
μακρύ ξύλο
ντιρμπάζα
γλωσσού
ντιχαλόβεργα
βέργα με δίχαλο
ντουγρού
ίσια
ντουκιάνι
καφενείο
ντουρβάς
μικρός σάκος που βάζουμε τροφή για τα ζώα και το κρεμάμε απο το σβέρκο του (ταίστρα)
ντουρντουλούκι
πολύς κόσμος
ντουχιουντίζω
σκέφτομαι
ντρέτα
ίσια
Bottom Bg Element
Bottom Sm Bg Element