Η δίκη εναντίον του στρατηγού των αλεξιπτωτιστών Μπρούνο Όσβαλντ Μπρόγιερ (General der Fallschirmtruppe Bruno Bräuer), και του στρατηγού του πεζικού Φρειδερίκου Γουλιέλμου Μύλλερ (General Friedrich Wilhelm Müller) έγινε ενώπιον του Ειδικού Στρατοδικείου Εγκληματιών Πολέμου, που συνεδρίασε στην Αθήνα μεταξύ της 31ης Οκτωβρίου και της 9ης Δεκεμβρίου 1946. Το πενταμελές δικαστήριο (προέδρευε ο πρόεδρος του αναθεωρητικού δικαστηρίου, μέλη του ήσαν 2 εφέτες και 2 στρατιωτικοί) εξέδωσε μετά από εξονυχιστική διαδικασία, την απόφασή του με την οποία επέβαλε την ποινή του θανάτου για καθένα από τους φόνους, την ποινή της ειρκτής των 10 ετών για κάθε μια από τις πράξεις της κλοπής, την ποινή της ειρκτής των 10 ετών για καθένα από τους «απλούς» εμπρησμούς, την ποινή του θανάτου για κάθε εμπρησμό «καθ' ον επήλθεν θάνατος» και την ποινή της ειρκτής των 15 ετών για κάθε αρπαγή, συγχώνευσε δε «εις την πρώτην των ποινών, ούσαν ανεπίδεκτον επιτάσεως, απάσας τας λοιπάς, ήτοι εις την ποινήν του θανάτου».
Με την ίδια απόφασή του το δικαστήριο όριζε την περιφέρεια των Αθηνών ως τόπο εκτέλεσης των ποινών, προτείνε πάντως τον μετριασμό της ποινής του θανάτου που είχε επιβληθεί στο Μπρόγιερ «δια χάριτος», σε ισόβια δεσμά, αφού έλαβε υπ' όψη του τον χαρακτήρα του και την γενικότερη συμπεριφορά του «εν συγκρίσει προς την του έτερου καταδικασθέντος Φρειδερίκου Γουλιέλμου Μύλλερ».
Η ποινή εκτελέστηκε, και για τους δυο, αφού απορρίφθηκαν οι αιτήσεις χάριτος, στο Χαϊδάρι στις 5 το πρωί της 20ης Μαΐου 1947, επέτειο της γερμανικής εισβολής στη Κρήτη. Πολλά χρόνια αργότερα, μετά από παράκληση του Συνδέσμου των Γερμανικών Αερομεταφερόμενων Μονάδων, τα οστά του Μπρόγιερ μεταφέρθηκε στη Κρήτη και θάφτηκαν στο λόφο 107 που έχει θέα το Μάλεμε, μαζί με τους άλλους Γερμανούς που έπεσαν στο νησί.
Η δίκη εναντίον του στρατηγού Αλεξάντερ Αντρέ (General der Flieger Alexander Andrae) άρχισε στις 3 Δεκεμβρίου 1947 και τερματίστηκε στις 22 του ίδιου μήνα με την επιβολή σ' αυτόν της ποινής εξάκις σε ισόβια δεσμά, άπαξ σε 12ετή φυλάκιση και άπαξ σε 8ετή φυλάκιση, συγχωνευθήκαν δε όλες οι ποινές σε ισόβια και κατάσχεση της περιουσίας του. Η ποινή του μετατράπηκε σε 4 χρόνια φυλάκιση στις 24 Δεκεμβρίου 1951 και τελικά ο Αντρέ αποφυλακίσθηκε στις 10 Ιανουαρίου 1952.
Η Περίπτωση Σούμπερτ
Ιδιαίτερη είναι η περίπτωση του Επιλοχία Φριτς Σούμπερτ (Unteroffizier Fritz Schubert). Κατ' αρχήν, είναι αμφισβητούμενη η εθνικότητά του: Άλλοι υποστηρίζουν ότι το πραγματικό του όνομα ήταν Πέτρος Κωνσταντινίδης και είχε γεννηθεί στη Σμύρνη από Έλληνες γονείς (μίλαγε Ελληνικά) και πηγαίνοντας στη Γερμανία άλλαξε το όνομά του, ενώ νεότερες έρευνες τον χαρακτηρίζουν Γερμανό που απλώς, όταν συνελήφθηκε μετά τον πόλεμο, έδωσε Ελληνικό όνομα.
Ανεξαρτήτως ονόματος, ο Φριτς Σούμπερτ ήταν γνωστός για την αιματηρή δράση του στην Κρήτη αρχικά, με τη συγκρότηση του ΕΑΚΚ (Εθνικό Απόσπασμα Καθαρίσεως Κομμουνιστών), δύναμης τάγματος, όπου έδρασε μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1943 και κατόπιν, στη Μακεδονία όπου μεταφέρθηκε το απόσπασμά του. Την δύναμη του αποτελούσαν «100 περίπου κατάδικοι Έλληνες κακούργοι εκ της Παλαιάς Ελλάδας και Κρήτης ενδεδυμένοι τας Γερμανικάς στολάς...». Η δολοφονική δράση του αποσπάσματός του, που είχε πάρει την προσωνυμία «σουμπερίτες» στη Κρήτη μόνο είχε πάνω από 200 θύματα.
Ο Σούμπερτ αποχώρησε μαζί με τα Γερμανικά στρατεύματα κατοχής τον Οκτώβριο του 1944. Το 1946 επέστρεψε στην Ελλάδα, για άγνωστο λόγο, με πλαστό διαβατήριο. Στο αεροδρόμιο της Ελευσίνας, αν και ανακατεύτηκε με μια ομάδα εξόριστων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης της Γερμανίας, αγνωρίστηκε από ένα αξιωματικό της ασφάλειας και συνελλήφθη. Στη δίκη που ακολούθησε, ενώπιον και αυτός του Ειδικού Στρατοδικείου Εγκληματιών Πολέμου, οι πάνω από 700 μάρτυρες κατηγορίας έκαναν τις εφημερίδες να γράψουν περί «αιμοβόρου τέρατος, του οποίου το όνομα θα πολιτογραφηθεί εις τα λεξιλόγια ως συνώνυμον των εγκλημάτων πολέμου» και έπεισαν το δικαστήριο να τον καταδικάσει 27 φορές σε θάνατο.
Μέχρι τις τελευταίες του ώρες περίμενε κάποιον να τον σώσει από τον θάνατο και, όταν έχασε κάθε ελπίδα, έγραψε γράμμα από τις φυλακές Θεσσαλονίκης που κρατείτο, προς την κόρη του και της ζήτησε να εκδικηθεί για τον «άδικο θάνατό του». Εκτελέστηκε στις 9 Οκτωβρίου στο Χορτιάτη όπου σε μια μέρα το 1943 είχε θανατώσει εκεί δια της πυράς 100 γυναικόπαιδα.